- επισκεπάζω
- ἐπισκεπάζω (AM)1. σκεπάζω κάτι από πάνω («ἐπεσκέπασας έν θυμῷ, καὶ ἀπεδίωξας ἡμᾱς»)2. τοποθετώ κάτι πάνω σε κάτι άλλομσν.θαμπώνω, κάνω κάτι θαμπό.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἐπισκεπάσει — ἐπισκεπάζω cover over aor subj act 3rd sg (epic) ἐπισκεπάζω cover over fut ind mid 2nd sg ἐπισκεπάζω cover over fut ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκεπάζοντα — ἐπισκεπάζω cover over pres part act neut nom/voc/acc pl ἐπισκεπάζω cover over pres part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκεπασθέντος — ἐπισκεπάζω cover over aor part pass masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκεπάζεις — ἐπισκεπάζω cover over pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκεπάζεσθαι — ἐπισκεπάζω cover over pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκεπάζονται — ἐπισκεπάζω cover over pres ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκεπάζοντες — ἐπισκεπάζω cover over pres part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκεπάζων — ἐπισκεπάζω cover over pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκέπασον — ἐπισκεπάζω cover over aor imperat act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκεπῇ — ἐπισκέπτομαι pass in review aor subj mp 3rd sg ἐπισκεπάζω cover over fut ind mid 2nd sg (doric) ἐπισκεπάζω cover over fut ind act 3rd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)